ΑΣΤΕΡΟΣΚΟΝΗ:[θηλ. άκλιτο]
<η σκόνη που πιάνουν τ’ αστέρια όταν πέφτουν σε βαθύ ύπνο>.
= το βρώμικο χιόνι
μτφ.: αυτή που δε μπορεί να κάτσει πολύ σ’ ένα μέρος – η φευγάτη
ιδιώμ> “κυνηγάει αστερόσκονη”=είναι μαλάκας
Η Αστερόσκονη είναι ακόμα μία ιστορία για την πόλη, τα κλειστά παράθυρα, τις σκοτεινές γωνιές και το αποκαλυπτικό της τέλος. Με έξτρα οπτικά παράσιτα αυτή τη φορά και κείμενο που παραπέμπει σε γραφή ημερολογίου.
“… Έβγαλαν το πτώμα σε κοινή θέα· για παραδειγματισμό· Πήδηξε απ’ το παράθυρο, είπαν. Την ίδια νύχτα όλοι έκλεισαν τα παράθυρά τους…”