Ένα άρθρο του 1991 για τους άγριους νέους της Αθήνας. Γίνεται εκτενής αναφορά σε ανεξάρτητα έντυπα της εποχής.
Ποιες είναι, τι θέλουν, πως είναι οργανωμένες και που συχνάζουν οι ομάδες που καίνε την πρωτεύουσα
Τα Εξάρχεια δεν υπάρχουν πια… Τα κατέλαβαν οι έμποροι ναρκωτικών. Έμειναν μόνον οι κάτοικοι. Οι «300 των Εξαρχείων» – όπως συνηθίζουν να τους αποκαλούν αστυνομία και κοινή γνώμη – δεν υπάρχουν πια. Τουλάχιστον στα Εξάρχεια. Οι νέοι με τις ιδεολογικές αναζητήσεις, τον εναλλακτικό τρόπο ζωής, με την επιθετική στάση απέναντι στην πολιτική πραγματικότητα και τους εκφραστές της, την αντίστασης -με όλους τους τρόπους- στην κοινωνική αδικία αλλά και στα ΜΑΤ έχουν εγκαταλείψει την πλατεία. Ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, έχουν σχεδόν εξαφανισθεί. Οι «απόγονοι τους», αρκετά διαφορετικοί, μετακόμισαν, ή μάλλον ξεφύτρωσαν, στις συνοικίες: Κυψέλη, Γαλάτσι, Ηλιούπολη, Κεραμεικός, Πετράλωνα, Λιόσια, Δραπετσώνα. Και ακόμη: Κόρινθος, Κρήτη, Θεσσαλονίκη και αλλού.
Η εικόνα του «αντικοινωνικού στοιχείου» που η ελληνική κοινωνία μετά τη μεταπολίτευση είχε αποδώσει στην πλατεία Εξαρχείων δεν υπάρχει πλέον. Η εικόνα μιας περιοχής που περιλαμβάνει εμπόρους ναρκωτικών, βαποράκια, αναρχικούς και «τρομοκράτες» και που έδινε το άλλοθι στην εκάστοτε κυβέρνηση για κάθε είδους επεμβάσεις και επιχειρήσεις αρετής εξέλιπε. Όμως δεν εξέλιπε και η ανάγκη για τη δημιουργία ενός μοντέλου με σάρκα και οστά που να συγκεντρώνει την έχθρα της μεταπολιτευτικής κοινωνίας. Έτσι, οι ομάδες που δημιουργήθηκαν στις συνοικίες, με τις καταλήψεις σπιτιών, με τις παρεμβάσεις τους, δυναμικές ή μή, αποτελούν τη νέα πρόκληση για μερικούς. Πρόκληση για να μυθοποιήσουν και πάλι την αντικοινωνική συμπεριφορά. Όμως για να λειτουργήσει ο μύθος χρειάζεται και συγκεκριμένος χώρος αναφοράς. Χώρος που ακόμη και σήμερα ταυτίζεται με την περιοχή των Εξαρχείων, αφού ο χώρος αυτός γύρω από το Πολυτεχνείο μετατρέπεται κάθε φορά σε «τοπίο μετά τη μάχη». Τοπίο που, όπως μεταδίδεται από την τηλεόραση, μορφοποιεί και πολλαπλασιάζει την αντικοινωνική συμπεριφορά. Έτσι, τα Εξάρχεια συνεχίζουν να παραμένουν σημείο αναφοράς, έστω κι αν έχουν πάψει να «παράγουν» την ιδεολογία αλλά τη συμπεριφορά για την οποία πολλοί τα μέμφονται.
Το ξεπέρασμα της αντιθεσης «αριστερών και «δεξιών» απόψεων μετά το 1974 έφερε στο προσκήνιο την κοινωνική εχθρότητα απέναντι στον ιδιαίτερο, τον διαφορετικό, τον «αντικοινωνικό», τον «παθογόνο», με προβλήματα από ναρκωτικά μέχρι «ιδεολογικό AIDS» χώρο. Έναν χώρο ιδιαίτερα ευάλωτο, αφού ούτε ο ίδιος μπορεί να προσδιορίζει τα όρια του, ενώ παράλληλα έχει τη δυνατότητα να αναμειγνύεται με τον ευρύτερο κοινωνικό χώρο. Ένας επιπλέον λόγος που τον καθιστά ευάλωτο είναι η εντελώς ευκαιριακή παρουσία του: στις επετείους της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, σε κάποιες άλλες κεντρικές εκδηλώσεις, όπως αυτή για τη δολοφονία του καθηγητή Τεμπονέρα ή στο παρελθόν η υπόθεση Μελίστα. Αυτή η εντελώς αποσπασματική παρουσία του, χωρίς συνολικό πολιτικό λόγο, δίνει την ευκαιρία, μεταξύ άλλων, να διαμορφωθούν διάφορες εκδοχές γύρω από την αδυναμία εξάρθρωσης του ή, σύμφωνα με μερικούς, την ελεγχόμενη από τις κατασταλτικές δυνάμεις δράση του.
Τα παιδιά του χώρου αυτού, ηλικίας 15 ως 22 –στην πλειοψηφία τους- ετών, επιμένουν ότι αποτελούν ένα φαινόμενο της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Ταυτόχρονα, παραδέχονται το περιορισμένο βεληνεκές τους. Δεν απευθύνονται στους πολλούς και δεν τους ενδιαφέρει -στην πλειοψηφία τους- να απευθυνθούν. Οι δεκάδες περιοδικές εκδόσεις που κυκλοφορούν σε ολόκληρη την Ελλάδα διακινούνται χέρι με χέρι. Άλλες από αυτές έχουν καθαρά ιδεολογικοπολιτικό χαρακτήρα. Άλλες περιλαμβάνουν κυρίως μουσικά θέματα. Κάποιες τρίτες έχουν ποικίλη ύλη (κολάζ; μικρά διηγήματα, πεζά, ποιήματα, φωτογραφίες, ιδέες, απόψεις) διατηρώντας τα χαρακτηριστικά του εναλλακτικού Τύπου. Ρίχνοντας μια ματιά στις φανζίνες (έντυπα με εναλλακτικό χαρακτήρα) διαπιστώνει κανείς σημαντικές διαφορές: ποιοτικές, ιδεολογικές. Διαφορές που κάποιες φορές έχουν ως αποτέλεσμα ακόμη και την οξεία αντιπαράθεση μεταξύ των διαφόρων ομάδων. Η πιο σημαντική είναι ίσως η θέση των ομάδων αυτών απέναντι στη χρήση βίας. Διαφορά που κάποιες φορές οδηγεί και σε συμπλοκές μεταξύ τους. Όμως παρά τις διαφορές, τις διαφωνίες τις αντιπαραθεσεις, συναντώνται όλοι όταν «το κράτος δολοφονεί», είτε με όπλο του αστυφύλακα είτε με τα πυρηνικά.
Κοινός τόπος και οι ευαισθησίες για τα ίδια θέματα δεν αίρουν τις διαφορές. «Στους μεταμοντέρνους καιρούς που ανέτειλαν ρίχνοντας τη σκιά τους πάνω στους, αμήχανους προλετάριους, ανατέλλει η αγωνία αλλά και η αυθόρμητη θέληση για την καταστροφή τους. Είναι στον δρόμο μας να ανακαλύψουμε τις δημιουργικότερες εκφράσεις αυτού του πνεύματος της καταστροφής που διαπερνά τις νέες συνθήκες της ταξικής πάλης μέσα στο κατακερματισμένο σώμα που το μεταφέρει• τα εκατομμύρια των κολασμένων της Δύσης, της Ανατολής και τον Νότου που ο νέος κόσμος αφήνει πίσω του στα ερείπια της πολιτικής, της οικονομίας και της κουλτούρας των μοντέρνων καιρών τον κεφαλαίου» είναι ο λόγος πού εκφέρει η φανζίνα Ora Nihil (μηδέν – μηδενισμός).
«Ενάντια στην πολιτική και κοινωνική ηθική» τάσσεται, όπως πληροφορεί το εξώφυλλο της, η φανζίνα «Το Κτήνος». Λογοτεχνίζουσα, αλλά και με πληροφορίες για τη δράση των ανταρτών πόλεων στην Ευρώπη. «Οι Πειρατές της Ημισελήνου», που εκδίδεται από ομάδα καταληψιών, πέρα από τις απόψεις της εκδοτικής ομάδας για το πρόβλημα της στέγης και για τις «νέες ιδέες και συνταγές καταστολής» των καταληψιών, επιμένουν στο δικαίωμα των θεατών για τσάμπα συναυλία. Απευθυνόμενοι στους θεατές τους παροτρύνουν: «Μην πληρώνετε εισιτήριο! Ζητήστε να μπείτε τσάμπα σε κάθε συναυλία! Αν σας το αρνηθούν, μην ξεχνάτε ότι δεν είσαστε μόνοι σας, Όλοι θέλουν να μπουν τσάμπα! ΚΑΝΤΕ ΝΤΟΥ! Μη φοβάστε τους σεκιουριτάδες, άνθρωποι είναι κι αυτοί! Μην ξεχνάτε πως χωρίς εσάς δεν γίνεται συναυλία. ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ, οι τσαμπατζήδες έφτιαξαν τις συναυλίες! Απαιτήστε να μπείτε από την αρχή της, μη δεχόσαστε συμβιβασμούς»! Την ίδια στιγμή απευθύνονται και στους «σεκιουριτάδες» και τους «συμβουλεύουν»: «Μην πιάνεστε μαλάκες. Η αντίσταση δεν ωφελεί. Ασε που είναι και πολύ ξεφτίλα να μην αφήνεις τον κόσμο να μπει. ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ: Ο εργοδότης δεν σας καλύπτει ασφαλιστικά! Η σωματική ακεραιότητα είναι ύψιστο αγαθό! Κάντε σαμποτάζ στα αφεντικά σας! Αφήνετε τον κόσμο να μπει από την αρχή της συναυλίας! Έτσι κι αλλιώς θα πληρωθείτε! Παίξτο έξυπνα!».
Η κατάληψη του κτιρίου της οδού Λ. Καραγιάννη δεν είναι απλά μια μορφή διαμαρτυρίας, υποστηρίζει η Ομάδα Άστεγων Φοιτητών στο Δελτίο Πληροφόρησης που εκδίδει, «Είναι μια ακόμη απόδειξη της πεποίθησης μας ότι τα προβλήματα που δημιουργεί το σύστημα σε βάρος μας μπορούμε να τα λύσουμε και να τα υπερβούμε με συνειδητές επιλογές και ισότιμες πράξεις αυτο-οργάνωσης». Και προτείνει: «Να αρνηθούμε την πληρωμή των υπέρογκων ενοικίων, να εμποδίσουμε συλλογικά και δυναμικά τις εξώσεις και να προωθήσουμε την επανεγκατάσταση σε όσους γίνεται έξωση, να κάνουμε καταλήψεις στα χιλιάδες άδεια σπίτια, να μην πληρώνουμε τα στεγαστικά δάνεια, να σαμποτάρουμε την εργασιακή και κοινωνική πειθαρχία».
Σε άλλο μήκος κύματος εκπέμπει το «Σημείο G». Ασχολείται με την ελληνική και διεθνή πραγματικότητα, στηλιτεύει τον ρόλο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, τον ρόλο των πολιτικών κομμάτων και των εκφραστών του και δηλώνει: «Η βία που ασκεί πάνω μας η δικιά σας ηλιθιότητα θα σας αποδοθεί στο ακέραιο. Η βία μας θα είναι συνέπεια της αδιαφορίας σας». Ένθετη στο «Σημείο G» υπάρχει η «Εναντιοδρομία». «Έκδοση Μη Περιοδική και Αντεθνικώς Δρώσα», όπως γράφει στο εξώφυλλο της. Έκδοση θεωρητικού χαρακτήρα που αφορά την αυτονομία.Ιδιαίτερα θεωρητικό το έντυπο «Αναρχική θεώρηση», Αυτοπροσδιορίζεται ως «περιοδική εκδοτική πρωτοβουλία για την προώθηση της Αντιθεσμικής – Αντισυναινετικής Αναρχικής Δράσης». «Η εναντίωση στη μισθωτή εργασία και το ξεπέρασμα της» περιλαμβάνεται στα περιεχόμενα του πρώτου τεύχους. Κεφάλαιο που κλείνει με τις κλασικές «θέσεις», «η μισθωτή εργασία είναι κάτεργο», «δικαίωμα στην τεμπελιά» και με ένα απόσπασμα του Πωλ Λαφάργκ (1880): «Οι ηθικολόγοι μας είναι πολύ μετριόφρονες: αν και έχουν εφεύρει το δόγμα της εργασίας, αμφιβάλλουν για την ικανότητα του να γαληνεύει την ψυχή, να ευφραίνει το πνεύμα και να υποβοηθάει την καλή λειτουργία του κυκλοφοριακού συστήματος και των άλλων οργάνων θέλουν να το εφαρμόσουν στον λαό, πειραματιζόμενοι in animatili (στου κασσίδη το κεφάλι) πριν το στρέψουν ενάντια στους καπιταλιστές, τα βίτσια των οποίων έχουν σαν αποστολή να επιτρέπουν και να συγχωρούν. Γιατί, όμως, οι φιλόσοφοι της δεκάρας να σπάτε το κεφάλι σας για να γράψετε μια ηθική που την εφαρμογή της δεν τολμάτε να συστήσετε στ’ αφεντικά σας;..».
Ο εναλλακτικός όμως Τύπος δεν περιορίζεται στα παραπάνω θέματα. Ποικίλλει ανάλογα με τα ενδιαφέροντα της εκδοτικής ομάδας. Το «Ηλεκτρικό Μαχαίρι», μουσικό φανζίν, φιλοξενεί λογοτεχνικά κείμενα, συνεντεύξεις και ιστοριούλες. Μουσικά είναι η «Βρωμιά» και ο «Ψυχαγωγός», ενώ με την τέχνη ασχολείται η «Αυτοψία». Φυσικά, δεν θα μπορούσε να παραλείψει κανείς το εντυπάκι «Ο Αναρχικός», «Οι κοινωνικοί αγώνες» μας λέει «δεν είναι αθώοι ή ένοχοι. Είναι δίκαιοι». Και οι συντάκτες του δηλώνουν ότι «αν η θέληση για ζωή είναι τρομοκρατία, τότε είμαστε τρομοκράτες…».
Η ποικιλία των εντύπων αυτόματα προσδιορίζει και την ποικιλία των ομάδων. Όμως, εκτός από τους αναρχικούς, τους πανκς, τους «ροκάδες», τους «αυτόνομους», που προσδιορίζονται από τα παραπάνω έντυπα, υπάρχουν και άλλες ομάδες: τα απομεινάρια από τα «φρικιά» της δεκαετίας του 1970 και οι «σκίνχεντς». Οι τελευταίοι έχουν και αυτοί λιγοστέψει σημαντικά. Τους βρίσκει κανείς κυρίως στην Κυψέλη και στο Θησείο. Τους χωρίζει απύθμενο μίσος με τους αναρχικούς και τα «φρικιό», οι οποίοι τους χαρακτηρίζουν φασίστες και ρατσιστές. Χαρακτηριστικά τους: το ξυρισμένο κεφάλι και το μαχαίρι, θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούν τα «κλεφτρόνια». Προέρχονται κυρίως από την προηγούμενη γενιά και τείνουν να εκλείψουν.
Λώρα Πιπιλή,20 Ιανουαρίου 1991, TO ΒΗΜΑ