Δεν ξέρω πόσοι παρατήρησαν ότι το κόκκινο μπλουζάκι που φορούσε ο Γιώργος Μάρκου, ο εκδότης του ιστορικού μουσικού φανζίν Gew-Gaw, το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα νέο (κι εξαιρετικό) τεύχος μετά από πολλά χρόνια απουσίας, ήταν ένα αναμνηστικό T-shirt από το Fanzinesnet Free Camping 2005, μια προσπάθεια που μπορεί να θεωρηθεί ως «πρόγονος» του σημερινού Athens Zinefest. Ο Γιώργος, παντρεμένος και με δύο παιδιά, συνεχίζει μια υπέροχη ιστορία κυκλοφορίας μουσικών εντύπων που συνοδεύονται με CD στα οποία μπορεί να ακούσει κανείς τις -ελληνικές ως επί το πλείστον- μπάντες που αναφέρονται στο εκάστοτε τεύχος.
Δεν ξέρω επίσης πόσοι παρατήρησαν ότι στη φετινή διοργάνωση του Athens Zinefest, την καλύτερη από τις τρεις στις οποίες έχω συμμετάσχει ως φανζινάς, υπήρχαν όχι δύο, όπως πέρυσι στον πεζόδρομο της Τσαμαδού στα Εξάρχεια, αλλά τουλάχιστον τέσσερα μουσικά φανζίν: η δική μου Εντροπία, το Gew-Gaw που προαναφέραμε, το Winterview από την Πάτρα και το Duende από τη Θεσσαλονίκη, με τα τρία πρώτα να παρουσιάζουν πρόσφατο, φρεσκότατο τεύχος του 2017! Σημειώνω ότι μουσικές αναφορές υπήρχαν και σε άλλα έντυπα στο Πάρκο Κονίστρα στα Άνω Πετραλωνα όπου έλαβε χώρα το φεστιβάλ.
Αν μάλιστα είχαν προλάβει να κυκλοφορήσουν τεύχος κι άρα να εμφανιστούν με κάτι φρέσκο, τα δύο- τρία μουσικά φανζίν που γνωρίζω ότι κυκλοφορούν ακόμα στην Αθήνα, τότε η μικρή κοινότητα των μουσικών φανζίν, η πάλαι ποτέ ένδοξη ναυαρχίδα των αυτοεκδόσεων στην Ελλάδα (εξαιρώ φυσικά τις πολιτικές…), θα είχε και πάλι μια εντυπωσιακή παρουσία στο φεστιβάλ. Ας είναι όμως… Του χρόνου.
Προσπάθεια αυτοοργάνωσης
Το Athens Zinefest 2017, στο οποίο είχα την τύχη να είμαι μέλος της οργανωτικής ομάδας που το «έτρεξε» ήδη από τα τέλη του χειμώνα μέχρι και την επομένη της διοργάνωσής του όταν καθαρίστηκε ο χώρος και παραδόθηκε στους πολίτες της περιοχής σε πολύ καλύτερη κατάσταση απ΄ ότι τον είχαμε βρει, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη.
Ήταν μια υπέροχη προσπάθεια αυτοοργάνωσης ενός πολιτιστικού γεγονότος, αλλά κι ένα μάζεμα ανθρώπων που αν και τα λένε κατά καιρούς μέσα στο χρόνο και το χώρο, θέλουν όπως φαίνεται να έχουν μια δική τους, ολότελα δική τους, ετήσια διοργάνωση. Αυτό είναι, κατά την προσωπική μου άποψη, το Athens Zinefest και αυτό το περιεχόμενο πρέπει να δοθεί στη διοργάνωση από την οργανωτική ομάδα που το «τρέχει». Ο αυτοοργανωμένος αλλά και μοναδικός χαρακτήρας. Που αν και δεν αποκλείει κανέναν a priori, εντούτοις απευθύνεται σε απολύτως συγκεκριμένους ανθρώπους αυτής της χαοτικής πόλης.
Παρακολουθώ το χώρο των φανζίν εδώ και περίπου 35 χρόνια και συμμετέχω σε εκδόσεις εδώ και περίπου 30 χρόνια, είτε με την Εντροπία, είτε με άλλα –χαμένα στο χρόνο πλέον αλλά όχι λησμονημένα- έντυπα. Θεωρώ ότι ποτέ άλλοτε, εκτός ίσως από τη αρχική «χρυσή περίοδο» τη δεκαετία του 1980, ο χώρος των φανζίν δεν παρουσίαζε τόσο ενδιαφέρον όσο σήμερα. Το γεγονός ότι μπορώ να συμμετέχω σήμερα στη σκηνή των ζιν, περίπου όπως συμμετείχα τότε, με κάνει να νιώθω «ευλογημένος» που έφτασα μέχρι (το) σήμερα για να ζήσω τη νέα, λαμπερή άνοιξη. Διότι περί άνοιξης πρόκειται… Εκδοτικής, αισθητικής, εκφραστικής, κινηματικής.
Δεν είναι μόνο ο αριθμός των προσώπων που εμπλέκονται στο υπέροχο κύκλωμα των αυτοεκδόσεων και των ανεξάρτητων εντύπων που συγκροτούν ατύπως τη συγκεκριμένη κοινότητα, δεν είναι μόνο η εξαιρετική –εξωφρενική για μένα- ποιότητα των παραγόμενων έργων, δεν είναι μόνο η δικτύωση των δημιουργών, που προκαλεί εντύπωση. Περισσότερο σημαντική είναι η θέληση ορισμένων ανθρώπων να δημιουργήσουν «θεσμούς» (μη σας τρομάζει η έννοια, δεν τη χρησιμοποιώ με την αστική/ καθεστωτική έννοιά της) που θα αντέχουν στο χρόνο και γύρω από τους οποίους θα συσπειρώνεται ανά διαστήματα μια ολόκληρη σκηνή, γύρω από τους οποίους θα στοιχίζονται δυνάμεις όταν το απαιτούν οι περιστάσεις, όπως η διοργάνωση ενός φεστιβάλ ή μιας εκδήλωσης για τα φανζίν.
Ταυτόχρονα η προσπάθεια αυτή επιχειρεί να υπερβεί τα γεωγραφικά ή γλωσσικά όρια που επιβάλλει η πραγματικότητα: καλεσμένα έντυπα από άλλες πόλεις, φιλοξενούμενοι από άλλες χώρες είναι μερικές μόνο από τις πρωτοτυπίες της διοργάνωσης αυτής που αξίζει να συνεχιστούν και να διευρυνθούν.
Δημιουργία δεσμών
Περιδιαβαίνοντας τους αυτοσχέδιους διαδρόμους του φετινού Athens Zinefest, είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω ότι στις μέρες μας η έννοια του φανζίν ή της αυτοέκδοσης έχει διασταλεί για να συμπεριλάβει στους κόλπους της διάφορες μορφές έκδοσης αλλά και διάφορες μορφές έκφρασης και για να καλύψει τα «κενά» που αφήνουν τα επίσημα ή άλλα κανάλια επικοινωνίας.
Όπως τη δεκαετία του 1980, η έλλειψη βήματος έκφρασης των παιδιών στα υφιστάμενα μουσικά περιοδικά, δημιούργησε το κύμα των μουσικών φανζίν στην Ελλάδα, έτσι αργότερα η αδυναμία έκφρασης πολλών δημιουργικών σχεδιαστών μέσα από τον επίσημο Τύπο για τα κόμικς, δημιούργησε το κύμα έκδοσης των κόμικ-ζιν. Να λοιπόν που οφείλεται αυτή η –αριθμητική αν θέλετε- πρωτοκαθεδρία των σκίτσων έναντι των κειμένων στις μέρες μας.
Παρακολουθώντας τη συζήτηση με τα νέα φανζίν, την οποία είχα την τιμή να συντονίσω κατά τη διάρκεια του φετινού Athens Zinefest, έλαβα επίσης πολλές απαντήσεις και σε άλλα ερωτήματα που είχα, με πρώτο και κύριο το γιατί συνεχίζουν να βγαίνουν έντυπες εκδόσεις σε μια εποχή που όλα ψηφιοποιούνται και οι φορητές ή άλλες ηλεκτρονικές συσκευές ορίζουν τον κόσμο των νέων παιδιών. Όπως διαπίστωσα, το ζητούμενο για πολλά – αν όχι για όλα- τα παιδιά που φτιάχνουν ζιν δεν είναι απλώς και μόνο η έκφραση των μύχιων συναισθημάτων τους μέσα από ένα λιγότερο ή περισσότερο χειροποίητο έντυπο, αλλά η δημιουργία δεσμών ανάμεσα σε αυτά και σε υφιστάμενους, πιθανούς ή δυνητικούς αναγνώστες.
Ακόμα περισσότερο, φαίνεται πως τους ενδιαφέρει η συγκρότηση δικτύων έτσι ώστε οι δεσμοί αυτοί, αν κι εφόσον επιτευχθούν, να παραμένουν ζωντανοί και ενεργοί ανάμεσα στα μεσοδιαστήματα των κυκλοφοριών. Ή για να χρησιμοποιήσω μια φράση που διάβασα σε ένα φανζίν και με την οποία ο δημιουργός του εξηγεί το γιατί αν και διαχειριστής ενός blog αποφάσισε να φτιάξει ένα έντυπο: «μάλλον μ’ αρέσει να μυρίζω τις τυπωμένες μου σκέψεις όχι σαν το πτώμα που βρωμάει όταν σαπίσει, αλλά σαν το μπράντι που το αφήνεις να πάρει ανάσα μόλις το ανοίξεις» (Θείο Τραγί, 2017). Ωραίος ο τύπος!!!
Δεν είναι τυχαίο ότι φανζινάδες επικοινωνούν μεταξύ τους και νιώθουν οικεία ή επιζητούν να μαθαίνουν ο ένας νέα του άλλου, ακόμα κι αν έχουν κυκλοφορήσει ένα ή δύο τεύχη, ακόμα κι αν έχουν ειδωθεί για λίγο, στο περιθώριο μιας συναυλίας ή ενός άλλου φεστιβάλ. Αυτές οι ‘σχέσεις’ ήταν που κατάφεραν να δημιουργήσουν την ετήσια ‘κανονικότητα’ (μην σας τρομάζει η λέξη βρε…) της διοργάνωσης.
Το Athens Zinefest ανήκει στο παρελθόν και η ομάδα που ανέλαβε τη διοργάνωσή του συζητάει ήδη την επόμενη προσπάθεια που θα πρέπει να ενσωματώσει την εμπειρία της φετινής διοργάνωσης και να πάει ένα βήμα παραπέρα. Κατά την προσωπική μου εκτίμηση, στα θετικά του φετινού εγχειρήματος ήταν η διοργάνωσή του φεστιβάλ μακριά από τον πάντα φιλόξενο χώρο των Εξαρχείων, ως ένα «τεστ αντοχής» στο κατά πόσο μπορεί να διοργανωθεί ένα αυτόνομο εγχείρημα μακριά από το χώρο που παρέχει «ασφάλεια» και εξασφαλίζει μαζική προσέλευση: και οι δύο όροι μάλλον επετεύχθησαν στην περίπτωση των Πετραλώνων.
Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο της φετινής διοργάνωσης ήταν η συμμετοχή μιας τοπικής συλλογικότητας, η οποία βοήθησε στη διοργάνωση, οργάνωσε συζήτηση στο πλαίσιό της και ήταν παρούσα, δια των μελών της, καθ’ όλη τη διάρκεια του φεστιβάλ- έβγαλαν κι ένα έντυπο μάλιστα και το παρουσίασαν για πρώτη φορά εκεί!
Το τρίτο στοιχείο που θα κρατήσω από τη φετινή διοργάνωση ήταν η συμμετοχή φανζίν από την περιφέρεια, από την Πάτρα και τη Θεσσαλονίκη αυτή τη χρονιά. Μουσικά κυρίως αλλά όχι μόνο, τα (νέα σε κυκλοφορία) περιοδικά της περιφέρειας συμμετείχαν και στη συζήτηση που διοργανώθηκε, δίνοντας τη δική τους εκδοχή για το φαινόμενο της ανάπτυξης των φανζίν την τελευταία 5ετία.
Φανζίν, φανζίν, φανζίν
Ας πάμε τώρα στο ψητό: στα φανζίν αυτά καθαυτά. Χωρίς να είμαι ούτε ειδικός ούτε συλλέκτης, αλλά και χωρίς να έχω σταθεί πάνω από κάθε περίπτερο της φετινής διοργάνωσης, μπορώ να μιλήσω μόνο για τα φανζίν που αγόρασα, που αντάλλαξα ή που μου χάρισαν- ευχαριστώ τα παιδιά που, από καλοσύνη ή από υποχρέωση -δεν ξέρω- μου χάρισαν τη δουλειά τους.
Μου άρεσε πολύ η «Λεβάντα». Στο μαχητικό φεμινιστικό πνεύμα που άφησαν ως παρακαταθήκη πίσω τους διεθνείς προσωπικότητες όπως η Άντζελα Ντέιβις, οι άνθρωποι της Λεβάντας έστησαν ένα καταπληκτικό εικαστικό έργο με τα πιο απλά υλικά αλλά με τρομερή δημιουργικότητα. Ειδικά η πατέντα με το ζωγραφισμένο όπλο στη διαφάνεια που πέφτει πάνω στις φωτογραφίες και τους δίνει άλλο περιεχόμενο με άφησε άφωνο· αξίζει να το δείτε με τα μάτια σας.
Το Θείο Τραγί (μια έκδοση κειμένων που πρωτοδημοσιεύτηκαν στο blog artsexdrugsrevolution.gr, από τη Θεσσαλονίκη, είναι ένα ποιητικό ζιν το οποίο συνδυάζει την πολιτικοποιημένη ποίηση με την εικόνα ή για το πω καλύτερα με την οπτική επικοινωνία. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ότι η ποίηση στο Θείο Τραγί είναι επηρεασμένη από τη τρέχουσα κατάσταση πολιορκίας που ζει η χώρα και το κοινωνικό αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγήσει η νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα των αγορών.
Για το Τεφλόν, το οποίο είναι ένα από τα έντυπα που πήρα από το φεστιβάλ, δεν είμαι ο ειδικός. Πρόκειται για ένα πλούσιο σε ύλη ποιητικό περιοδικό το οποίο παίρνει πολύ σοβαρά το ρόλο του. Η ανάδειξη πολύ ιδιαίτερων ποιητών, από όλο τον κόσμο και η εξαιρετική μεταφραστική δουλειά – που αγγίζει τα όρια του απόλυτου επαγγελματισμού- είναι κάτι που δεν χρειάζεται να είσαι ειδικός για να το διαπιστώσεις. Το 16ο τεύχος που έχω στα χέρια μου είναι αφιερωμένο στην Ελληνοσύρια ποιήτρια Etel Adnan από το Λίβανο, της οποίας παρουσιάζεται ένα σεβαστό κομμάτι έργου, ενώ υπάρχουν εκτενή αφιερώματα και σε άλλους ποιητές από τις ΗΠΑ, τη Γερμανία, τη Γαλλία κ.ά.
Ο Κακός Βηξ κάνει συχνά βουτιές στην παγκόσμια ιστορία του αντεργκράουντ και ανασύρει διαμάντια που δεν είναι ορατά από το ευρύ κοινό. Στην προκειμένη περίπτωση, ανέσυρε από το παρελθόν έργα του Γουάλας Γουντ (1927- 1981), ενός θρυλικού κομίστα που εκτός από την «κανονική» δουλειά του στην EC Comics, σχεδίασε διάφορες πορνοεκδοχές λογοτεχνικών έργων ή κλασικών παραμυθιών. Στην έκδοση «Malice In Wonderland» (H Κακιασμένη στη Χώρα των Θαυμάτων) που κυκλοφόρησε στο Athens Zinefest, έχουν συγκεντρωθεί απολαυστικές εκδοχές για την «Ωραία Ξεπεσμένη» (Slipping Beauty), τη Σταχτοπούτα, τον Flasher Gordon (Επιδειξίας Γκόρντον παράφραση του Flash Gorgon) κ.ά. Υπέροχο ήταν και το τρίφυλλο Nani Kipou, από την ίδια εκδοτική παρέα, με το σαρδόνιο χιούμορ που μου έφερε κάτι από το Αγκάθι της δεκαετία του 1980. Συμφωνώ μαζί τους ότι η Όλγα Κεφαλογιάννη είναι ένα «θηλυκό γατόνι» όπως την αποκαλούν που μπορεί κάποια μέρα να γίνει η πρώτη εκλεγμένη πρωθυπουργίνα του κρατιδίου μας. Μετά το γιο του δράκουλα Μητσοτάκη που έφυγε – ελπίζω οριστικά- πριν μερικές ημέρες.
Το Pleasure Fields ήταν κατά την προσωπική μου άποψη η αποκάλυψη του Athens Zinefest 2017. Όχι μόνο για τον όγκο ή για τον προσεγμένο γραφιστικό σχεδιασμό του, αλλά γιατί έχει τα κότσια, μέσα σε μια δύσκολη εποχή για τις εκδόσεις, να παρουσιάσει ολοκληρωμένη δουλειά σε κάθε επίπεδο. Με τη μουσική να έχει μια αριθμητική και μόνο πρωτοκαθεδρία στο σύνολο των θεμάτων, το Pleasure Fields συνομιλεί με ορισμένα από τα πιο ακραία αισθητικά και καλλιτεχνικά ρεύματα των τελευταίων 40 ετών (industrial music, action performance, S/M art κ.λπ.) και παρουσιάζει σύγχρονους αλλά και παλαιότερους καλλιτέχνες. Δυνατή χρήση της φωτογραφίας, σκληρός λόγος που ίσως προκαλέσει κάποιους αναγνώστες (εμένα με έφεραν κάποια κείμενα στα όρια της αντοχής και της ανοχής μου) και μια μοναδική – για την εποχή μας- αισθητική.
Το Winterview είναι η νέα ανερχόμενη δύναμη στο μουσικό φανζίν. Γραμμένο στα αγγλικά, το έντυπο από την Πάτρα (με μέλη από την Αθήνα), είναι μια καταπληκτική προσπάθεια να σκιαγραφηθεί η ελληνική – κι όχι μόνο- πανκ και χαρντκορ σκηνή. Παρουσιάζονται πολλές νέες μπάντες από την Ελλάδα και το εξωτερικό με μακροσκελέστατες συνεντεύξεις, υπάρχει ρεπορτάζ από την περιοδεία δύο συγκροτημάτων στο εξωτερικό (καταπληκτική εμπειρία!), ανταπόκριση από φεστιβάλ του εξωτερικού και μια εκτενή παρουσίαση των πεπραγμένων της ελληνικής σκηνής, όλα αυτά γραμμένα σε διάστημα περίπου 3 ετών.
Για το Duende είχα ακούσει πολλά (διθυραμβικά) αλλά δεν το είχα διαβάσει ποτέ, ώσπου ήρθε το Athens Zinefest κι όχι μόνο το έπιασα στα χέρια μου, όχι μόνο γνώρισα τον άνθρωπο που το εκδίδει αλλά είχα την ευκαιρία – τη χαρά νομίζω- να συμμετέχω στη συζήτηση όπου κατέθεσε και τις απόψεις του για τα φανζίν και το DIY γενικότερα. Πρόκειται για ένα υπέροχο έντυπο, το οποίο αναδύει την ευγένεια, τη μόρφωση και το καλό γούστο που χαρακτηρίζει ορισμένα παιδιά της σκηνής. Το περιεχόμενό του είναι φυσικά πανκ, αλλά αυτό που φαίνεται να απασχολεί περισσότερο το δημιουργό του δεν είναι το πανκ ως μουσική αλλά ως δήλωση ταυτότητας και σύνολο συμπεριφορών, ως στάση ζωής απέναντι στη τέχνη και τις σχέσεις.
Για το Gew-Gaw του φίλου και μακρινού συνοδοιπόρου Γιώργου δεν έχω να πω πολλά, δεν θα σταθώ στο περιεχόμενό του το οποίο ήταν, είναι και θα είναι πάντα μοναδικό και ιδιαίτερο. Ένα φανζίν τόσο χειροποίητο, τόσο αυθεντικό, τόσο ανθρώπινο… Δίπλα δίπλα, στο Athens Zinefest 2017 με το δημιουργό του, θυμηθήκαμε παλιές ιστορίες, χαζέψαμε και κουτσομπολέψαμε, γνωρίσαμε κάμποσο νέο κόσμο, συναντηθήκαμε με αρκετούς παλιούς και υποσχεθήκαμε ο ένας στον άλλο να δώσουμε το παρόν και του χρόνου.
Κλείνω με το πρώτο τεύχος του Cut, ένα υπέροχο ασπρόμαυρο κόμικ-ζιν το οποίο εκφράζει όλη την άγρια ομορφιά του κόσμου των ζιν μέσα από μια ιστορία που αφηγείται στην παρθενική του επαφή με τον κόσμο των αναγνωστών. Τυχαίνει να γνωρίζω το κορίτσι που το φτιάχνει – είναι πραγματικά χειροποίητο το ζιν- και εκπλήσσομαι από την επιμονή κάποιων ανθρώπων εν έτει 2017 σε μια αισθητική και μια τεχνοτροπία που θέλει μεγάλη υπομονή και μπόλικο μεράκι για να αποδώσουν καρπούς.